23 Ιουλ 2013

22 Ιουλ 2013

5 Ιουλ 2013

coin_cide with

λατρεύω τις μικρές, κομψές συμπτωσεις, εκείνες που σε κανουν να αναφωνείς: "ΤιΠεςΤώρα".
Κι εξηγουμαι. προ ολιγου, ούσα στο μετρο, βγάζω απο τη σακούλα της πολιτείας ενα απο τα βιβλία που αγόρασα:
Στο οπισθοφυλλο διαβάζω την παρουσίαση:

Η ΣΚΑΚΙΣΤΙΚΗ ΝΟΥΒΕΛΑ, το τελευταίο αριστούργημα του ΣΤΕΦΑΝ ΤΣΒΑΪΧ, δημοσιεύτηκε το 1943 στη Στοκχόλμη. Μεταθανάτια έκδοση, αφού ό συγγραφέας αυτοκτόνησε τον προηγούμενο χρόνο μαζί με τη δεύτερη γυναίκα του στη Βραζιλία, τον τόπο όπου πήγε το 1940 αυτοεξόριστος. Θεωρούσε την καταστροφή της Ευρώπης στη δεκαετία του '40 ως την καταβαράθρωση όλου του τού έργου. Ή Σκακιστική νουβέλα αποτελεί μια μόλις καλυμμένη εξομολόγηση.
Στο πλοίο, με δρομολόγιο από τη Νέα Υόρκη στο Ρίο και το Μπουένος Άιρες, όπου αρκετοί Ευρωπαίοι επιβάτες, φεύγοντας μακριά από τη βία και τη σύγχυση του ναζισμού, αναζητούν καταφύγιο στην Αργεντινή και τη Βραζιλία ως τόπο εξορίας και ελπίδας, ό δρ. Μπ. αντιμετωπίζει σε μια παρτίδα σκακιού τον Μίρκο Τσέντοβιτς, τον σκοτεινό παγκόσμιο πρωταθλητή.
Ό συγγραφέας αναπτύσσει με μεγαλειώδη τρόπο το θέμα του πνευματικού εγκλεισμού πού δεν μπορεί να βρει διέξοδο παρά στην τρέλα. Ό δρ. Μπ., πριν ταξιδέψει, υπέστη από τούς ναζί μια ιδιαίτερη φυλάκιση σ' ένα εντελώς άδειο δωμάτιο ξενοδοχείου, χωρίς τίποτα να μπορεί ν' απασχολήσει ή να διασκεδάσει το μυαλό του, μέχρι πού ανακάλυψε ένα εγχειρίδιο με παρτίδες σκακιού πού άρχισε ν' αποστηθίζει και να ξαναπαίζει από μνήμης. Έχοντας εξαντλήσει τις πηγές του βιβλίου, το μυαλό του τον οδήγησε σε παρτίδες με αντίπαλο τον εαυτό του κι έτσι άρχισε να υποβάλλεται σε μια σχιζοφρενική διάλυση πού επρόκειτο να αποβεί μοιραία.
Στο αφήγημα απεικονίζεται ή πάλη τού πνεύματος και της φαντασίας -χαρακτηριστικά του παλαιού κόσμου- ενάντια στον εσωτερικό δαίμονα και την πεισματική λογική της σύγχρονης βαρβαρότητας. 

Το επιστρέφω στη σακούλα ικανοποιημένη και βγάζω το δευτερο:

όπου στον πρόλογο, παράγραφος πέμπτη αναφέρονται τα εξής:

Γιατί, χωρίς να θέλουμε να ξεστρατίσουμε απο τον Προυστ, μπορούμε να αναλογιστούμε τον σκακιστή του Στέφαν Τσβάιχ, σε σχεση με τουε πρωτους τόμους αυτης της τιτάνιας εργασίας, που ειναι πριν απ' όλα η εργασία ενός μοναχικού ανθρώπου, του Παύλου Ζάννα.
Πραγματι, αυτός ο εκξαιετικός μεταφραστης δεν ανακαλύπτει κατα τύχη τον Μαρσέλ Προυστ, ωστόσο οδηγείται στην απόφαση να τον μεταφράσει, αφού η φοβερήαυτή "τύχη"φέρει το όνομα της δικτατορίας των συνταγματαρχών, κατα τα έτη 1967 με 1974. Πολιτικός κρατούμενος μαζί με άλλους, στις φυλακές της Αίγινας, ο Παύλος Ζάννας παρακινείται, σχεδόν υποχρεώνεται απο τον Στρατή Τσίρκα (που αναλαμβάνειταυτόχρονα και όλες τις πρακτικές πλευρές τις εκδοσης) να μεταφράσει το έργο. Κι ακριβώς αυτό ειναι το σημειο οπου μας έρχεται στο νου ο σκακιστής του Τσβάιχ: ο φυλακισμένος αγκιστρώνεται στο Αναζητώντας το χαμένο χρόνο όπως κάποιος που προσπαθει να διατηρησει την ισορροπία του ψυχισμού του και αποπειράται να μεταφράσει αυτό το αχανές, δύσκολο και εκπληκτικό έργο [...] 

Κατι τέτοια με κανουν και γελώ πονηρά

Υγ.the thousands and hundreds of thousands of words that we keep trotting out, recognizable by their revolting truth which is revolting falsehood, and inversely by their revolting falsehood which is revolting truth, in all languages, in all situations, the words that we don't hesitate to speak, to write and to remain silent about, that which speaks, words which are made of nothing and which are worth nothing, as we know and as we ignore, the words that we hang on to because we become crazed by impotence and are made desperate by madness, words only infect and don't know, efface and deteriorate, cause shame, falsify, cripple, darken and obscure; in one's mouth and on paper they do violence through those who do violence to them; both words and those who do them violence are shameless; the state of mind of words and of those who do them violence is impotent, happy, catastrophic. 

3 Ιουλ 2013

Αργουν οι διακοπέΤς;

:):)




Παίρνουμε κανα 1-1 1/2 λιτρο τσιπουρο - χωρις γλυκάνισο.
Το αδειαζουμε σε καθαρό δοχείο και ριχνουμε μεσα 2 αγγουρια κομμένα σε ροδέλες.
Κλεινουμε το δοχειο, αφηνουμε για 5-6 μερες και ψιλοανακατευουμε πού και πού.
Μετά, αδειαζουμε το τσιπουρο σε μπουκάλι, αν θελουμε βαζουμε και λιγο φρεσκο αγγουρι μέσα.
Καταψυξη.
Εισαι στην Αθηνα αντι για το νησί, ερχονται οι "ηλικιωμενοι" και θες να το παιξεις γαμώ τα παιδια; Ποτήρι, ενα lime κομμενο στα 8, μια κουταλια της σουπας καστανή ζάχαρη. Γουδοχέρι κι ανακατεμα να ψιλολιώσει η ζάχαρη και το lime να βγαλει χυμό.
Παγο στο ποτηρι. Απο την καταψυξη βγαζεις το τσίπουρο και ριχνεις ως τη μεση περιπου. Συμπληρώνεις με σόδα. Καλαμάκι και ετοιμο.
Best regards to paralos bar.
Δε συνδιάζεται καλά με το απο πάνω παιγνίδι. Θα το συνόδευα με αυτό:





2 Ιουλ 2013